- κατεσκεύασαν
- κατασκευάζωequipaor ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ANTIPHON — quidam scripsit librum περὶ τῶ εν ἀρετῇ πρωτευσάντων, e quo Laertius Diogenes, l. 8. Pythagorae vitam illustrat. Citat eundem, sed περὶ τȏυ βίου τῶ εν ἀρετῇ πρωτευσάντων, Porphyrius, in Vita Pythagorae, et ex illo Cyrillus, l. 10. contra Iulianum … Hofmann J. Lexicon universale
LEONE picto — Nili ἀνάβασιν repraesentabant Aegyptii, ut scribit Orus, Ε᾿πειδὴ ὁ ἣλιος εν λέοντι γενόμενος πλείονα την` ἀνάβασιν το Νείλου ποιεῖται, ὥςτε ἐπιμεν´οντος τȏυ ἡλίου τῷ ζωδίῳ τούτῳ τὸ δίμοιρον τȏυ νέου ὓδατος πλημμυρεῖν πολλάκις, Quoniam Sol in… … Hofmann J. Lexicon universale
PELUSIUM — oppid. in extrema Aegypti ora, quae Casiotidi contermina est, a quo et extremum Nili ostium, coeteris Orientalius, quô Aegyptus ab Asia terminatur, Pelusium, seu Pelusiacum vocatur. Nunc Carabes Tyrio, Lucan. l. 8. v. 466. In vada decurrit… … Hofmann J. Lexicon universale
χοΐδιον — τὸ, Α [χοῡς (Ι)] (πιθ. εσφ. γρφ αντί χοαῑον) υποκορ. τού χοῡς* (Ι) («κατεσκεύασαν χοΐδια τὸ μέγεθος, λεπτὰ ταῑς κατασκευαῑς διαφερόντως», Λεξ. Σούδα) … Dictionary of Greek
χολέδρα — ἡ, ΜΑ η υδρορρόη οροφής («τὰς χολέδρας καὶ τοὺς εἰσαγωγεῑς τῶν ἱερῶν κρηνῶν λεοντομόρφους κατεσκεύασαν οἱ ἀρχαῑοι τῶν ἱερῶν ἔργων ἐπιστάται», Ωραπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η ερμηνεία τής λ. ως σύνθετης από τους τ. χολή και ἕδρα, στην οποία θα … Dictionary of Greek